Δυσλειτουργίες και «διαλειτουργικό» κενό στη σχέση δημοσίων υπηρεσιών: η αντανάκλαση του φαινομένου στον πολίτη, τον πολιτισμό και το κράτος

Αγαπητοί φίλοι, όσοι με διαβάζετε σε πολλά ελληνικά και διεθνή media περίπου μια δεκαετία, έχετε αντιληφθεί ότι η επιστημονική και προσωπική οπτική μου, ονομαζόμενη διεθνώς Στρατηγική Επικοινωνία ή Στρατηγική Επικοινωνίας, δεν ασχολείται μόνο -και θα ήταν παράλογο θεωρώ- με τους μηχανισμούς και τις τεχνικές των πωλήσεων και των συμπεριφορών της αγοράς, τις διαπραγματεύσεις, τα κρίσιμα λάθη, κλπ, αλλά και με οτιδήποτε αφορά την κοινωνία και την πολιτεία στο σύνολό τους. Κι αυτό, γιατί ως μέλη μιας κοινωνίας οργανωμένης, της πολιτείας-κράτους, με διαρκή σχέση και αλληλεπιδράσεις, δεν μπορούμε να αδιαφορούμε για τις σχέσεις αυτές, για την ποιότητά τους, την καλύτερη φυσικά προοπτική τους, και -αυτονόητα- τις δικές μας ενέργειες για τη βελτίωση αυτή. Πρέπει δε να επισημανθεί πως αν στη διαδρομή αυτή δεν εμπιστευόμαστε το κράτος, το θεσμικό φορέα που δημιουργήσαμε για την οργάνωση του κοινού μας βίου, και την εκάστοτε κυβέρνηση, τους ανθρώπους δηλαδή που εμείς επιλέξαμε ως κατάλληλους και γνώστες των διαδικασιών και των χειρισμών, η διαδρομή αυτή μοιραία δεν έχει πολλά εχέγγυα επιτυχούς έκβασης.

Όπως έγραψα και στο πρόσφατο άρθρο μου “The Evolution of Citizen Trust in the State and the Future of Government-Citizen Relations” στο περιοδικό CEOWORLD magazine, τα τελευταία είκοσι χρόνια, περίοδο κατά την οποία αρθρογραφώ -με διακοπές λόγω υποχρεώσεων- σε ελληνικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης με θέμα τη Στρατηγική Επικοινωνία στις διάφορες πτυχές της, έχω λάβει πολλά μηνύματα από πολίτες που υποφέρουν από δυσλειτουργίες των κρατικών υπηρεσιών και από ασυμφωνίες μεταξύ υπηρεσιών, που -σύμφωνα με τα λεγόμενά τους- εφαρμόζουν το νόμο. Αυτό σημαίνει είτε ότι οι αρμόδιες αρχές και η σχετική νομοθεσία έχουν προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν άμεσα, είτε ότι οι ίδιες οι υπηρεσίες πρέπει να βελτιώσουν τη λειτουργία τους. Στο άρθρο αυτό θα ασχοληθώ τόσο με το γενικότερο (θεωρητικό λεγόμενο) περιβάλλον, όσο και με την ελληνική περίπτωση, δηλαδή γνωστές στην καθημερινότητα του πολίτη δυσλειτουργίες, που όμως διαμορφώνουν σημαντικά την εμπιστοσύνη του απέναντι στο κράτος.

Πριν μπούμε στο θέμα, απαντώ σε δυο ενδεχόμενα ερωτήματά σας: Πρώτον, γιατί το δημοσίευμα γίνεται στο περιβάλλον αυτό και όχι -για παράδειγμα- στο γνωστό μέσο του τουρισμού, όπου με διαβάζετε συχνά στην ελληνική γλώσσα; Γιατί ο ελληνικός πυλώνας του ευρωπαϊκού μας έργου είναι ένα πολύ ευαίσθητο βήμα και έχει αποδείξει την ευρύτητα πνεύματος με την οποία αντιμετωπίζει κρίσιμα θέματα της κοινωνίας και του κράτους, αλλά και γιατί μόνο μια σημαντική μελέτη περίπτωσης από αυτές που θα αναλύσω αφορά τον πολιτισμό και τα έργα του, άρα άπτεται και του τουρισμού, όπως απαιτείται σε ένα τουριστικό μέσο. Δεύτερον, γιατί ο όρος “διαλειτουργικότητα” στον τίτλο, αφού είναι όρος που αφορά την ικανότητα ενός πληροφοριακού συστήματος να επικοινωνεί με το εξωτερικό περιβάλλον του; Αν η “διαλειτουργικότητα” είναι η θέσπιση διαδικασιών και προτύπων για την εξασφάλιση ενός ικανοποιητικού επιπέδου μεταφοράς και χρησιμοποίησης της πληροφορίας με ομοιογενή και αποτελεσματικό τρόπο μεταξύ των ετερογενών πληροφοριακών συστημάτων, αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι μας αρκεί να μεταφέρεται η πληροφορία μεταξύ δημοσίων υπηρεσιών (πεδίο στο οποίο η χώρα μας έχει προχωρήσει αρκετά τα τελευταία χρόνια). Κυρίως -με δεδομένο το προηγούμενο- μας ενδιαφέρει να επιδεικνύεται η δέουσα προσοχή και ευαισθησία εκ μέρους των κρατικών λειτουργών, χωρίς καν να υπονοούμε ότι η παρατυπία/παρανομία μπορεί να είναι μια απαίτηση! Αντίθετα, αν δεχόμαστε πως κέντρο όλων είναι ο άνθρωπος, ο πολίτης και η ζωή του, θεωρούμε τουλάχιστον λογικό να εξετάζεται οτιδήποτε τον αφορά φυσικά με συνέπεια στο νομικό πλαίσιο, αλλά οπωσδήποτε και με ενσυναίσθηση, συνεργασία, και προσπάθεια εύρεσης της “χρυσής τομής”, αυτής που εκτός από το “γράμμα” ορίζει το “πνεύμα” του νόμου. Οποιαδήποτε άλλη εκδοχή είναι αδιαφορία, ταλαιπωρία, και συνειδητή (;) υπονόμευση των κοινωνικών στόχων!

Ας αρχίσουμε λοιπόν από το θεωρητικό περιβάλλον. Η παραδοσιακή άποψη για τη σχέση κράτους-πολίτη είναι αυτή στην οποία το κράτος είναι ο πρωταρχικός παράγοντας και οι πολίτες είναι παθητικοί αποδέκτες υπηρεσιών ή παροχών. Από αυτή την άποψη, το κράτος είναι υπεύθυνο για τη διασφάλιση της ευημερίας των πολιτών του και οι πολίτες έχουν εμπιστοσύνη ότι το κράτος θα ενεργήσει προς το συμφέρον τους. Ωστόσο, αυτή η άποψη αλλάζει. Τα τελευταία χρόνια, έχει σημειωθεί μια στροφή από την πατερναλιστική θεώρηση της σχέσης κράτους-πολίτη σε μια προσέγγιση που βασίζεται περισσότερο στην εταιρική σχέση. Σε αυτό το νέο μοντέλο, οι πολίτες θεωρούνται ενεργοί συμμετέχοντες στη διαδικασία διακυβέρνησης και αναμένεται να αναλάβουν την ευθύνη για την ευημερία τους. Ως εκ τούτου, η εμπιστοσύνη δεν θεωρείται ως κάτι που απονέμεται στο κράτος από τους πολίτες. Μάλλον είναι κάτι που πρέπει να κερδίσει το κράτος μέσα από τις δράσεις και τις αλληλεπιδράσεις του με τους πολίτες.

Σε αυτή την αλληλεπίδραση, καίριος μηχανισμός σφυρηλάτησης της εμπιστοσύνης θεωρείται ο ρόλος των δημοσίων/κρατικών υπηρεσιών. Οι κρατικές υπηρεσίες είναι οι θεσμοί και οι μηχανισμοί του κράτους που παρέχουν υπηρεσίες στους πολίτες. Περιλαμβάνουν -αλλά δεν περιορίζονται σε- την αστυνομία, τον στρατό, το δικαστικό σώμα και τη γραφειοκρατία. Σε μια δημοκρατία, αυτοί οι θεσμοί θεωρείται ότι είναι αμερόληπτοι και υπόλογοι στον λαό. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, συχνά υποφέρουν από διάφορες δυσλειτουργίες που μπορεί να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στις σχέσεις κράτους-πολίτη. Αυτές οι δυσλειτουργίες μπορεί να περιλαμβάνουν τη διαφθορά, την αναποτελεσματικότητα και την έλλειψη διαφάνειας. Μπορούν να οδηγήσουν σε απώλεια εμπιστοσύνης προς το κράτος και τους θεσμούς του και να ανοίξουν το δρόμο ακόμα και για κοινωνική αναταραχή.

Η πανδημία COVID-19 ήταν ένα μεγάλο σοκ για το παγκόσμιο πολιτικό σύστημα. Η ανταπόκριση διαφορετικών κυβερνήσεων στην κρίση τόνισε τόσο τα δυνατά όσο και τα αδύνατα σημεία των διαφόρων προσεγγίσεων για τη διαχείριση περίπλοκων καταστάσεων έκτακτης ανάγκης. Η πανδημία είχε επίσης βαθύ αντίκτυπο στη σχέση μεταξύ των πολιτών και των κυβερνήσεών τους. Σε πολλές χώρες, η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση έχει μειωθεί απότομα ως αποτέλεσμα των αντιληπτών αποτυχιών στην απάντηση στην κρίση. Αυτό συχνά οδήγησε σε εκκλήσεις για μια θεμελιώδη επανεξέταση του ρόλου της κυβέρνησης στην κοινωνία και έθεσε ερωτήματα σχετικά με το μέλλον των σχέσεων κυβέρνησης-πολίτη.

Βέβαια, η εμπιστοσύνη των πολιτών στην κυβέρνηση έχει μειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες στις περισσότερες χώρες σε όλο τον κόσμο. Αυτή η πτώση έχει αποδοθεί και σε διάφορους άλλους -εκτός COVID- παράγοντες, όπως η διάβρωση των παραδοσιακών πηγών εξουσίας, η εξάπλωση της παγκοσμιοποίησης και οι νέες τεχνολογίες επικοινωνιών, αλλά και η αύξηση της οικονομικής ανισότητας. Η πτώση της εμπιστοσύνης είχε μια σειρά από αρνητικές συνέπειες για τις σχέσεις κυβέρνησης/κράτους-πολίτη. Έχει καταστήσει πιο δύσκολο για τις κυβερνήσεις να κινητοποιήσουν τη δημόσια υποστήριξη για τις πολιτικές και τις πρωτοβουλίες τους, και έχει συμβάλει στη μείωση της συμμετοχής σε παραδοσιακές μορφές πολιτικής δραστηριότητας, όπως η ψηφοφορία. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι η εμπιστοσύνη αρχίζει να ανακάμπτει σε ορισμένες χώρες, αλλά παραμένει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.

Για να κατανοήσουμε καλύτερα αυτές τις τάσεις και τις επιπτώσεις τους στο μέλλον της δημοκρατίας, πρέπει να εξετάσουμε την εξέλιξη των σχέσεων πολιτών-κυβέρνησης/κράτους με την πάροδο του χρόνου. Ειδικότερα, πρέπει να καταλάβουμε πώς η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση έχει αλλάξει με την πάροδο του χρόνου και γιατί έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια. Μόνο με την κατανόηση αυτών των τάσεων μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που θέτουν για τη δημοκρατία. Ως αποτέλεσμα αυτών των αλλαγών, οι κυβερνήσεις βρίσκονται υπό πίεση να προσαρμόσουν τις στρατηγικές τους για την αλληλεπίδραση με τους πολίτες. Πρέπει να βρουν νέους τρόπους για να οικοδομήσουν εμπιστοσύνη και νομιμότητα και να ανταποκρίνονται περισσότερο στις ανάγκες και τις ανησυχίες των πολιτών. Οι σχέσεις κράτους-πολίτη βρίσκονται επομένως σε ένα κομβικό σημείο και δεν είναι σαφές ποια κατεύθυνση θα πάρουν στο μέλλον.

Αυτό φυσικά θα εξαρτηθεί σημαντικά και από τη στάση των δημοσίων υπηρεσιών. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους οι κρατικές υπηρεσίες μπορεί να αποτύχουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες των πολιτών. Η δυσλειτουργία αυτή -βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα- μπορεί να οδηγήσει σε ένταση και σύγκρουση μεταξύ του κράτους και των πολιτών του. Ένας τρόπος με τον οποίο οι κρατικές υπηρεσίες μπορούν να αποτύχουν είναι όταν δεν είναι “προσβάσιμες” -υπό την έννοια που παραπάνω περιγράψαμε- στους πολίτες. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αισθήματα αποκλεισμού, αδικίας και απογοήτευσης μια μεγάλη ομάδα πολιτών. Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο οι κρατικές υπηρεσίες μπορούν να αποτύχουν είναι όταν δεν είναι αποτελεσματικές. Αυτό μπορεί να συμβεί όταν οι υπηρεσίες δεν καλύπτουν τις ανάγκες αυτών που τις χρησιμοποιούν ή όταν δεν παρέχονται έγκαιρα ή αποτελεσματικά, και μπορεί επίσης να οδηγήσει σε συναισθήματα δυσαρέσκειας και απογοήτευσης μεταξύ των χρηστών.

Λυπάμαι αν σας κούρασα, αγαπητοί φίλοι, αλλά η μεθοδολογία είναι απαραίτητη για να παρακολουθήσετε και να κρίνετε το συλλογισμό και τα παρακάτω cases της ελληνικής περίπτωσης:

  • Πολεοδομία και Αρχαιολογική Υπηρεσία: Όλοι γνωρίζουμε πως η χώρα μας είναι γεμάτη από αρχαιολογικούς θησαυρούς, τους οποίους εποπτεύει αρμοδίως η Αρχαιολογική Υπηρεσία. Ένας τέτοιος, χαρακτηριστικός γεωγραφικός χώρος είναι η νότια Πελοπόννησος, όπου πολλοί οικισμοί/χωριά/κωμοπόλεις/περιοχές πόλεων έχουν χαρακτηρισθεί στο σύνολο ή σε οριοθετημένο μέρος τους ως παραδοσιακοί οικισμοί και -κατά συνέπεια- προστατευόμενοι. Αυτό φυσικά είναι απόλυτα θεμιτό και αυτονόητα θέτει περιορισμούς και προδιαγραφές δόμησης ή επισκευής/ανακαίνισης ακινήτων. Βέβαια, το ότι το παραπάνω είναι σύννομο δεν σημαίνει πως “επιτρέπει” να παραβλέψουμε ιδιαιτερότητες που έχει δημιουργήσει ο χρόνος και οι συνθήκες της ελληνικής υπαίθρου, η αμέλεια ή/και η έλλειψη συντονισμού των υπηρεσιών στο θέμα της εποπτείας, οι καθυστερήσεις ανταπόκρισης και διεκπεραίωσης για πληθώρα -οφείλουμε να παραδεχθούμε- άλλων λόγων. Στις παρυφές των οικισμών -πιο συχνά από άλλες ζώνες- παρατηρούνται προβλήματα που συνήθως χρονίζουν και ταλαιπωρούν τους πολίτες, με αποτέλεσμα άσκοπες δαπάνες, που θα μπορούσαν να αποφευχθούν, και δικαστικές περιπέτειες, που στην περίπτωσή μας είναι οι πλέον ακατάλληλες επιλογές τόσο πρακτικά όσο και επικοινωνιακά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα δε, το οποίο επιβεβαιώνει και το στόχο αυτού του άρθρου, είναι η περίπτωση ασυμφωνίας -αν μπορεί να ειπωθεί έτσι- μεταξύ υπηρεσιών, όπου η μεν Πολεοδομία αναγνωρίζει την ιδιαιτερότητα και παραχωρεί μεταβατική περίοδο 30 ετών για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ο νόμος ορίζει, ενώ αντίθετα η Αρχαιολογική Υπηρεσία επιμένει (;) στην άμεση συνολική συμμόρφωση και ακολουθεί τη δικαστική οδό.
  • ΕΟΠΠΕΠ (Εθνικός Οργανισμός Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού) και Διευθύνσεις Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης: Το επίμαχο θέμα εδώ είναι η Αναγγελία Έναρξης Διδασκαλίας/Ανανέωση Άδειας Διδασκαλίας για εκπαιδευτικούς της Δευτεροβάθμιας εργαζόμενους σε Φροντιστήρια Μ.Ε. Το θέμα είχε αναλάβει αρμοδίως ο ΕΟΠΠΕΠ, ο οποίος το καλοκαίρι 2019 και αργότερα δεχόταν τα δικαιολογητικά των εκπαιδευτικών με φυσική παρουσία ή ταχυδρομικά. Μεταξύ των απαιτούμενων δικαιολογητικών ήταν -και είναι- οι γνωματεύσεις Παθολόγου και Ψυχιάτρου, τις οποίες οι ενδιαφερόμενοι λάμβαναν μετά από εξέταση σε ιδιώτη ιατρό ή δημόσια δομή υγείας. Μετά την εμπρόθεσμη κατάθεση οι εκπαιδευτικοί λάμβαναν αριθμό πρωτοκόλλου και η διαδικασία δρομολογούνταν κανονικά. Με νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 167 του Ν. 4763/2020 η ισχύς της υπάρχουσας άδειας παρατεινόταν μέχρι 31/8/2021 και στη συνέχεια για ένα ακόμα τρίμηνο. Ακολούθως, αρμόδια για τη νέα άδεια θα ήταν η Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης κάθε περιοχής, όπως περιγραφόταν αναλυτικά σε νέα Υπουργική Απόφαση που εκδόθηκε από το Υπουργείο Παιδείας στο τέλος 2021, αν θυμάμαι καλά. Φυσικά και δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με τους νόμους της Πολιτείας, εφόσον λειτουργούν και ρυθμίζουν σωστά. Όμως, οι Διευθύνσεις Δευτεροβάθμιας που ανέλαβαν το θέμα σύντομα άρχισαν να επικοινωνούν με τους εκπαιδευτικούς που είχαν υποβάλει εμπρόθεσμα στον ΕΟΠΠΕΠ και είχαν αποστείλει στις εν λόγω υπηρεσίες το σχετικό αριθμό πρωτοκόλλου και τους ζητούσαν να προσκομίσουν εκ νέου τις γνωματεύσεις των ιατρών και τα λοιπά δικαιολογητικά, γεγονός που καταδεικνύει περίτρανα τη σχέση της συγκεκριμένης υπόθεσης με το θέμα του άρθρου αυτού περί ασυμβατότητας και δυσλειτουργίας υπηρεσιών. Με την υπόθεση αυτή ασχολήθηκα προσωπικά για μεγάλο διάστημα (χωρίς να είμαστε ακόμα βέβαιοι ότι έχει διευθετηθεί), την 14/7/2022 δήλωσα εγγράφως στην υπηρεσία πως “η συγκεκριμένη απαίτηση μόνο στην ταλαιπωρία του εκπαιδευτικού συντείνει και φυσικά συνιστά απαράδεκτο κενό στη λειτουργία των αρμοδίων υπηρεσιών… και το παρόν θα ήθελα να ληφθεί υπηρεσιακά υπόψη και παραμένω στη διάθεσή παντός αρμοδίου”, και θέλω με την ευκαιρία αυτή να συγχαρώ τους υπαλλήλους για τη διάθεσή τους να βοηθήσουν τον εκπαιδευτικό παρά το ότι πιέζονταν από την τυπικότητα μιας δυσλειτουργικής διαδικασίας.
  • ΑΑΔΕ (Εφορία), ασφαλιστικοί φορείς και λοιποί φορείς κοινωνικών παροχών για άτομα ΑμεΑ: Το θέμα εδώ αφορά την αναπηρική σύνταξη και τις συναρτημένες με την βεβαιωμένη αναπηρία των ατόμων ΑμεΑ παροχές από κοινωνικούς φορείς. Το θέμα πληροφορήθηκα την 14/9/2022 από την εκπομπή του ραδιοφώνου του ΣΚΑΪ “Στιγμιότυπα”, όπως το παρουσίαζε ο κ. Παναγιώτης Αλεξανδράκης, δικηγόρος, και επειδή δεν το γνωρίζω στις ειδικές πτυχές του, παρά μόνο ως ακροατής το παρακολούθησα, θα μου επιτρέψετε να παραθέσω το σχετικό σύνδεσμο για την εκπομπή εδώ, όπου μπορείτε να το ακούσετε μετά το σημείο 00:40 λεπτό από τον ίδιο τον κ. Αλεξανδράκη, που το αναλύει ως ειδικός.

Ελπίζω να μη σας κούρασα. Θα ήθελα να κατανοήσετε πως η ανάλυση αυτή ήταν απαραίτητη. Μετά από πολλά μηνύματα και δεδομένα, αποφάσισα να παρέμβω σε μια προσπάθεια να γεφυρωθούν κενά, να αρθούν δυσλειτουργίες, να αποδοθεί σεβασμός στον πολίτη, το κράτος και φυσικά τον υπάλληλο των κρατικών υπηρεσιών. Ο στόχος μας δεν είναι να κρίνουμε, αλλά να βοηθήσουμε! Αν μας διαβάζουν υπάλληλοι των εν λόγω υπηρεσιών και αρμοδίων υπουργείων, θα χαρώ να επικοινωνήσουμε. Η συνεργασία κερδίζει πάντα! Σας ευχαριστώ!